Με αφορμή τη δημοσίευση φωτογραφιών και τη δημοσιοποίηση ιατρικών απόρρητων στοιχείων των 12 γυναικών, η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου επισημαίνει ότι σύμφωνα με το νόμο 2472/1997 περί προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η εισαγγελική αρμοδιότητα δημοσιοποίησης στοιχείων της ποινικής δίωξης δεν επεκτείνεται και στα ευαίσθητα δεδομένα υγείας, για τα οποία είναι απαραίτητη η άδεια από την αρμόδια Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα.
Περαιτέρω, η εξαίρεση που προβλέπει ο ως άνω νόμος αφορά συγκεκριμένα το σκοπό βεβαίωσης εγκλημάτων και όχι γενικά και αφηρημένα το «κοινό καλό».
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η δημοσίευση των φωτογραφιών και η αποκάλυψη της οροθετικότητας των γυναικών αυτών είναι αδικαιολόγητη και προσβάλλει την τιμή και την υπόληψή τους. Και τούτο, διότι η σκοπούμενη και καθόλα θεμιτή προστασία του κοινωνικού συνόλου (ενημέρωση και ευαισθητοποίησή του και διαφύλαξη της δημόσιας υγείας) μπορούσε να επιτευχθεί με σαφώς ηπιότερα μέσα: δηλαδή, με τη δημοσιοποίηση των χαρακτηριστικών των γυναικών που συλλήφθηκαν (ύψος, χρώμα ματιών και μαλλιών, εθνικότητα, κλπ) και της περιοχής (οίκος ανοχής, «πιάτσα») όπου εργάζονταν. Και τούτο, διότι δεν απαιτείται και η φωτογραφία της ιερόδουλης προκειμένου να ευαισθητοποιηθεί κάποιος, ο οποίος πληρώνει για να κάνει μη ασφαλές σεξ, και να υποβληθεί σε ιατρικές εξετάσεις. Σε τελική ανάλυση, θα μπορούσε ενδεχομένως να τονιστεί από την αρμόδια αστυνομική διεύθυνση ότι κάθε ενδιαφερόμενος είναι δυνατόν να έχει πρόσβαση στις φωτογραφίες τους στα κατά τόπους αστυνομικά τμήματα. Υπό την αντίθετη εκδοχή, θα πρέπει να δημοσιοποιηθούν και τα αντίστοιχα στοιχεία όλων όσων –υπό το άκουσμα της παραπάνω είδησης– έσπευσαν να εξετασθούν και διαπιστώθηκε ότι είναι και αυτοί οροθετικοί και στη συνέχεια τα στοιχεία των συζύγων τους, των φιλενάδων τους κ.ο.κ., γιατί ο κίνδυνος για την υγεία εικάζουμε ότι δεν αλλάζει ανάλογα με το φύλο, την κοινωνική θέση ή την εθνικότητα ενός προσώπου. Εκτός αν οι οροθετικοί «οικογενειάρχες» δεν συνιστούν κίνδυνο για την δημόσια υγεία.
Όσο για την αναδημοσίευσή των φωτογραφιών από τα μέσα ενημέρωσης, και μάλιστα σε πρωτοσέλιδα και κεντρικά δελτία ειδήσεων, αυτή ξεπερνά κάθε μέτρο και θέτει μείζονα ζητήματα ηθικής και νομικής τάξης, αφού συνιστά διαπόμπευση του προσώπου, η οποία είναι ανεπίτρεπτη σε κάθε δικαιοκρατούμενη χώρα: καμιά σκοπιμότητα, κανένα «δημοσιογραφικό ενδιαφέρον» δεν μπορεί να δικαιολογήσει τον δημόσιο εξευτελισμό ενός ανθρώπου, πολλώ δε μάλλον ενός ασθενούς.
Η ακραία προσβλητική και τιμωρητική μεταχείριση των γυναικών αυτών δεν μπορεί παρά να μας θυμίσει το μετακατοχικό βίαιο ξύρισμα της κεφαλής των γυναικών στις πλατείες των πόλεων και των χωριών. Δεν μπορεί παρά να μας θυμίσει τη μεταχείριση γυναικών σε τριτοκοσμικές χώρες. Το τρίπτυχο γυναίκα-ιερόδουλη-ασθενής γίνεται –με σχεδόν αρχετυπικό τρόπο– συνώνυμο της αμαρτίας, της βρωμιάς, του εχθρού. Το γεγονός ότι οι γυναίκες αυτές είναι –όλως τυχαίως– άστεγες, τοξικομανείς ή ενδεχομένως θύματα trafficking φαίνεται να μην ενδιαφέρει κανένα θεσμό, καμία αρχή. Όλα μπορούν να υποχωρήσουν μπροστά στην επέλαση των ρατσιστικών και σεξιστικών στερεοτύπων και την αδιατάρακτη γαλήνη του ελληνικού νοικοκυριού που σε λίγες μέρες ψηφίζει.
Το Διοικητικό Συμβούλιο της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου
Σημείωση: Η Ελληνική ‘Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου διοργανώνει σχετική συζήτηση με θέμα «Μετανάστευση και κρίση. Η βίαιη αντιμετώπιση ενός ιστορικού φαινομένου: Από τα στρατόπεδα κράτησης στη διαπόμπευση των «επικινδύνων»» την Τετάρτη 9/5/2012 στο πλαίσιο του φεστιβάλ migrantfest2012. Για περισσότερες πληροφορίες http://migrantfest2012.wordpress.com/.
Προσωπικά αδιαφορώ για τον αν είναι ή όχι παράνομη. Είναι πρωτίστως απάνθρωπος, εξευτελιστική πρακτική και ακροδεξιάς/υπερσυντηρητικής αντίληψης (κατά τα αμερικάνικα πρότυπα) που στοχοποιεί πρόσωπα κι όχι καταστάσεις.
η καλύτερη τοποθέτηση απ’ όσες διάβασα για το θέμα
(το μόνο «καλό» πάντως που έχει αυτή η ιστορία είναι ότι ενώ «αυτοί» το κάνουνε για προεκλογικούς λόγους (όχι ότι δεν βγαίνει συγχρόνως αβίαστα – σε πρώτο πλάνο πλέον – η ενγένει βαρβαρότητα, η απανθρωπιά, και ο μισογυνισμός τους…) και το κάνουν συνειδητά, ασυνείδητα και πρωταρχικά, για να τραβήξουνε ψηφοφόρους από τούς (επερχόμενους) «ευθέως» φασίστες στη βουλή, οι «άλλοι» (ψηφοφόροι), ακόμα κι αν διατηρούσαν κάποιες αυταπάτες ή αμφιβολίες, τώρα τούς βλέπουν ολοκάθαρα – και (ελπίζω) τούς καταλαβαίνουν καλύτερα)
(να μού επιτραπεί επίσης να καταχραστώ τη φιλοξενία τού χώρου, και να πω, μολονότι δεν *αυτοαναφέρομαι* (καθόλου) συχνά, ότι αυτή τη φορά (κι ίσως επειδή έχω θυμώσει τόσο που έχω πραγματικά αποσβολωθεί) εγώ μεν δεν έγραψα τίποτα και διάβασα μόνο, αλλά ότι είχα κάτι εδώ προ (πολλού) καιρού, για ανάλογη (αλλά όχι και ισοδύναμη) περίπτωση πανεθνικού πανηγυρικού μισογύνικου λυντσαρίσματος με ηθικοπλαστικά περιτυλίγματα)
Με όλο το σεβασμό για τις προθέσεις σας, η συμβιβαστική πρόταση για τα αστυνομικά τμήματα είναι, δυστυχώς, … συμβιβαστική. Και στα ανθρώπινα δικαιώματα δεν χωράνε συμβιβασμοί που ανοίγουν το δρόμο σε όλο και μεγαλύτερες παραβιάσεις και ταπεινώσεις. Θα μου πείτε ότι με τέτοια μυαλά δεν θα καταφέρνατε τίποτα και ότι ο πραγματισμός και οι συμβιβασμοί είναι αναπόφευκτοι. Ίσως εσείς ξέρετε καλύτερα! Όμως, αυτό που προέχει είναι η συγκεκριμένη ανάλυση συγκεκριμένων καταστάσεων και όχι γενικόλογες διακηρύξεις.
Για την συγκεκριμένη περίπτωση λοιπόν: Θα καταλάβαινα την τάση για συμβιβαστικές ‘λύσεις’ αν, λόγου χάρη, διαπραγματευόμασταν με τον Λοβέρδο και όταν αυτός ήταν έτοιμος να βγάλει όλα τα στοιχεία αυτών των γυναικών στη δημοσιότητα, εμείς, ως έσχατη προσπάθεια περιορισμού της βλάβης [harm reduction] – γιατί για βλάβη πρόκειται έτσι κι αλλιώς -, αντιπροτείναμε μια περιορισμένη δημοσιοποίηση στα κατά τόπους αστυνομικά τμήματα.
Έλα όμως που αυτή η ‘λύση’ σε ό,τι αφορά στα ανθρώπινα δικαιώματα όχι μόνο δεν προωθεί αλλά υπονομεύει το σκοπό για τον οποίο θυσιάζουμε μέρος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αυτών των γυναικών. Γιατί αν είναι ήδη τουλάχιστον προβληματική η αποτελεσματικότητα της δημοσιοποίησης σε εφημερίδες και τηλεοράσεις (Τι γίνεται μ’ αυτούς που δεν έχουν ‘πάει’ με μια από τις γυναίκες που η αστυνομία δημοσιοποιεί τα στοιχεία τους αλλά με κάποιες άλλες που επίσης είναι φορείς του ΗΙV και οι οποίες, τώρα που γίνονται οι επιχειρήσεις σκούπας, θα φροντίσουν να κρυφτούν; Παρεμπιπτόντως, τι γίνεται με όσους ‘πάνε’ με άντρες, με τραβεστί, ή κάνουν σεξ χωρίς προφύλαξη με πολλές/πολλούς συντρόφους;), φανταστείτε πόσο πρόθυμα θα έτρεχαν οι τόσοι και τόσοι οικογενειάρχες- πελάτες στα αστυνομικά τμήματα!
Ακόμα μια φορά λοιπόν, τόσο οι καλοπροαίρετες απορίες όσο και οι υποκριτικά βαθυστόχαστες αναλύσεις για την δυσκολία της επιλογής μεταξύ ανθρωπίνων δικαιωμάτων και δημόσιας υγείας αφορούν ένα ψευτο-δίλημμα. Η συγκεκριμένη περίπτωση δείχνει πως ακόμα μια φορά ο ασυμβίβαστος σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και η προώθηση της δημόσιας υγείας δεν είναι ανταγωνιστικά μεταξύ τους αγαθά αλλά το ένα συμπληρώνει και ενισχύει το άλλο.
Συγνώμη για το «μέρος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων» που γράφω παραπάνω. Το σωστό είναι «τα ανθρώπινα δικαιώματα».