Η Αριστερά, οι αγωγές και η κριτική

girl-with-death-mask-8

Η πρόσφατη εκδίκαση της αγωγής Καμμένου κατά του σκιτσογράφου και αρθρογράφου Πετρουλάκη θέτει εκ των πραγμάτων ζητήματα αρχών για όλους μας. Θυμίζουμε πως η αγωγή αφορούσε στη δημοσίευση άρθρου με τίτλο «Π. Καμμένος. Έχουν αρχίσει και του μοιάζουν» στην ιστοσελίδα Protagon. Το άρθρο ασκούσε δριμεία κριτική στον υπουργό για την ακροδεξιά εθνολαϊκιστική ρητορική του και τον επιχρωματισμό που αυτή αναπόδραστα σημαίνει για το σύνολο της κυβερνητικής πολιτικής. Το άρθρο θύμιζε επίσης ότι η συμμετοχή του ΛΑΟΣ και ιδίως του Μ. Βορίδη στην κυβέρνηση Παπαδήμου προκάλεσε έντονες αντιδράσεις δημοκρατικής ευαισθησίας, αντίστοιχη της οποίας δεν επιδείχθηκε στην περίπτωση Καμμένου.
Ορθά ο Δ. Ψαρράς θύμισε (ΕφΣυν, 13/1) ότι οι αγωγές αυτές βασίζονται στον «τυποκτόνο» νόμο Βενιζέλου, τον οποίο ριζικά τροποποίησε η παρούσα κυβέρνηση και Ν. Παρασκευόπουλος ως υπουργός Δικαιοσύνης. Η υπόμνηση αυτή καταδεικνύει ότι μέρος των αντιδράσεων είναι επιλεκτικό Η επιλεκτικότητα αυτή γενικότερα βοά. Θυμίζουμε απλώς πως στην κυβέρνηση Παπαδήμου συμμετείχε και ο Αδ. Γεωργιάδης, γεγονός που προκάλεσε πολλές αντιδράσεις, εγχώριες και διεθνείς, λόγω παλαιότερων αντισημιτικών του εξάρσεων. Η ανάθεση της αντιπροεδρίας της ΝΔ στον Αδ. Γεωργιάδη θα έπρεπε να αποτελεί καρφί στο μάτι όσων υμνούν τον φιλελεύθερο Κυρ. Μητσοτάκη και ψέγουν τον πρωθυπουργό για την επιλογή εταίρου.
Ας έρθουμε όμως στα δικά μας. Η αγωγή Καμμένου πέρασε σχεδόν απαρατήρητη για τον κόσμο της Αριστεράς, ιδίως εκείνης που στηρίζει την κυβέρνηση. Καμιά αντίδραση, καμιά γκρίνια, καμιά δυσφορία. Δεν έγιναν δηλώσεις καταδίκης, ούτε καν υπανικτικές. Δεν κρατήθηκαν αποστάσεις ασφαλείας. Κι αυτό δεν τιμά κανέναν. Το ίδιο έγινε κι όταν ο Ν. Κοτζιάς στράφηκε με αγωγές κατά του διευθυντή της Athens Review of Books Μ. Βασιλάκη για δημοσίευση επιστολής αναγνώστη με βαρείς πολιτικούς αξιολογικούς χαρακτηρισμούς. Το ίδιο έγινε και όταν η Β. Θάνου, Πρόεδρος του Αρείου Πάγου, έκανε μήνυση στον συνταγματολόγο Τσακυράκη για θεμιτή κριτική που της άσκησε στην ιστοσελίδα του.
Η δυσανεξία ορισμένων δημόσιων προσώπων στην κριτική δεν βοηθά στη λειτουργία των θεσμών και δεν αποτελεί συνθήκη ευνοϊκή για την ελεύθερη έκφραση. Η κριτική των δημοσίων προσώπων, δικαιολογημένη ή μη, ήπια ή οξεία, αποτελεί οξυγόνο της δημοκρατίας. Και αυτό πρέπει να το παίρνουν απόφαση όσοι αποφασίζουν να εκτεθούν, να αναλάβουν δημόσιες θέσεις, να ασκήσουν εξουσία. Η προσφυγή των ισχυρών στη Δικαιοσύνη πρέπει να γίνεται λελογισμένα για να προστατεύσει την ίδια τη Δικαιοσύνη, η ανεξαρτησία της οποίας στον τόπο μας έχει τόσο κακοπάθει. Εάν έχουν αναφυλαξία στην κριτική, πράγμα κατανοητό και σεβαστό, καλό είναι να αποφεύγουν ρόλους που μπορούν να την προκαλέσουν. Εξάλλου, κατά την πάγια σχετική νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, ακόμα και εκφράσεις βαριές μπορεί να συνιστούν καθ’ όλα θεμιτή κριτική, ενώ ο Τύπος αποτελεί ένα είδος «δημόσιου μαντρόσκυλου».
Η θέση μας υπέρ της ελευθερίας της κριτικής δεν μπορεί παρά να είναι ανυποχώρητη και ασυμβίβαστη και να απορρίπτει όποια ενέργεια θα μπορούσε να έχει ως άμεση ή παράπλευρη συνέπεια την τρομοκράτηση του Τύπου και την αυτολογοκρισία. Αναγκαία διευκρίνιση: η θέση αυτή φυσικά δεν αφορά μαφιόζικες λειτουργίες της παραδημοσιογραφίας που έχουν οσμή παράνομων ή παρακρατικών κυκλωμάτων. Η σύγκρουση με αυτές τις έκνομες πρακτικές, η αυτοπροστασία και η προσφυγή στη δικαιοσύνη αποτελούν φυσικά δικαίωμα ή και υποχρέωση όλων, δημόσιων ή μη προσώπων. Αυτό αφορά άλλα πολύ πρόσφατα περιστατικά με νομικές ενέργειες κατά «δημοσιογράφων».
Καταληκτικά, η επιλεκτική σχετικοποίηση της υπέρ της ελευθερίας θέσης μας αποτελεί βαριά υποθήκευση αρχών. Ως τέτοια, υπερβαίνει τις βραχυπρόθεσμες σκοπιμότητες της πολιτικής συγκυρίας, τις σταθμίσεις πολιτικών συσχετισμών και συμμαχιών. Ο χώρος της Αριστεράς έχει πολύ υποφέρει από την καταστολή της κριτικής. Στις πιο δογματικές του εκφάνσεις έχει ο ίδιος ιστορικά επιδείξει ακραίο αυταρχισμό έναντι της κριτικής αμφισβήτησης. Χρειάστηκε χρόνος και αίμα για να διαμορφωθεί στην καθ’ ημάς Αριστερά, ιδίως στην ανανεωτική της έκφραση, μια κουλτούρα ανοχής, μια εμμονική υπεράσπιση του δικαιώματος στην κριτική. Αυτή η παρακαταθήκη είναι πολύτιμη για να υπόκειται σε μικροπολιτικές σχετικοποιήσεις και περιορισμούς. Είναι πολύτιμη για να σμικρύνεται από φορείς δυσανεξίας έναντι της ελεύθερης κριτικής, όπως οι τρεις προαναφερθέντες, οι οποίοι μάλιστα κατά διαβολική σύμπτωση ελάχιστη σχέση έχουν με το χώρο της ανανεωτικής Αριστεράς.

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s